Άρθρο της Χαράς Καφαντάρη,στην εφημερίδα ΑΙΓΑΛΕΩ
"ΕΧΕΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΒΟΥΛΗΣΗ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ ΝΑ ΣΤΗΡΙΞΕΙ ΤΟΥΣ ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΟΥΣ;"
Η χώρα μας, καθημαγμένη από τις μνημονιακές πολιτικές, βρίσκεται στην δίνη μιας πολλαπλής κρίσης. Η πανδημία και τα λοκνταουν που ακολούθησαν έδωσαν επιπλέον άλλο ένα χτύπημα στη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, ενώ η Κυβέρνηση αρνήθηκε από την αρχή να αναγνωρίσει το μέγεθος και το βάθος της κρίσης και η λογική με την οποία πορεύτηκε, του «βλέποντας και κάνοντας», στην οικονομία απεδείχθη ανεπαρκής. Τα μέτρα στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων έπρεπε να λαμβάνονται έγκαιρα και εμπροσθοβαρώς. Τα χρηματοδοτικά εργαλεία με τα οποία η Κυβέρνηση υποτίθεται ότι υποστήριξε την μικρομεσαία επιχειρηματικότητα ήταν κατά κύριο λόγο δάνεια, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ από την αρχή της πανδημίας υποστήριξε ότι η Κυβέρνηση θα έπρεπε να στηρίξει ειδικά τις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις με επιχορηγήσεις, τη στιγμή μάλιστα που η κατάσταση των δημοσίων οικονομικών το επέτρεπε (ταμειακά διαθέσιμα 37 δις, άρση δημοσιονομικών κανόνων, πρόσβαση σε φτηνό δανεισμό του κράτους κλπ.)
Η κρίση όμως της ακρίβειας, οι «εξωφρενικές» τιμές της ενέργειας, εδώ και ένα χρόνο περίπου, η ακρίβεια στις πρώτες ύλες σε όλους τους τομείς, αποτελούν ένα ακόμη χτύπημα στην επιχειρηματικότητα, ειδικά την μικρομεσαία. Σύμφωνα δε με Έρευνα ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ (Εξαμηνιαία αποτύπωση οικονομικού κλίματος στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις) που διενεργήθηκε το διάστημα 15/2/2022- 4/3/2022, για το β εξάμηνο του 2021, οι μεσοσταθμικές αυξήσεις των τιμών ήταν πολύ έντονες.
o το κόστος ενέργειας αυξήθηκε για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις κατά 89,8%,
o το κόστος προμήθειας πρώτων υλών και εμπορευμάτων αυξήθηκε κατά 48,2%,
o το κόστος καυσίμων οχημάτων αυξήθηκε κατά 70,3%,
o το κόστος προμήθειας εξοπλισμού και μηχανημάτων αυξήθηκε κατά 35%.
Η έρευνα, επίσης, αποτυπώνει την αδυναμία πρόσβασης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στον τραπεζικό δανεισμό. Η βασική πηγή χρηματοδότησης των επιχειρήσεων είναι από τα ίδια κεφάλαια κατά 86,4%, 6% από χρηματοδοτικά εργαλεία ( πχ ΕΣΠΑ) και μόνον 3,8% από τραπεζικό δανεισμό. Εμφανής δε, γίνεται η ανάγκη ανασχεδιασμού των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, ώστε σημαντικό μέρος των επιχορηγούμενων χρηματοδοτήσεων να κατευθυνθούν στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Η κρίση όμως οξύνεται ακόμη περισσότερο και με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Τόσο στον τομέα της ενέργειας, όσο και στις τιμές των ειδών διατροφής και πρώτης ανάγκης. Δημιουργούνται επί πλέον χρέη στις επιχειρήσεις, που προστίθενται στα ήδη υπάρχοντα και η κατάσταση είναι ιδιαίτερα δύσκολη.
Ο εμπορικός κόσμος, Επιμελητήρια, η ΓΣΕΒΕΕ κλπ κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τις επιχειρήσεις. Ζητούν επί πλέον μέτρα για το ενεργειακό κόστος, όπως μείωση του ΕΦΚ στα καύσιμα, μείωση του ΦΠΑ στα είδη βασικής διατροφής. Τα όποια μέτρα ανακούφισης δεν είναι αρκετά και απαιτούνται επιπρόσθετα. Ειδικά δε με πληθωρισμό 11,3% το Μάιο (ΕΛΣΤΑΤ) , που η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια στην ΕΕ στο ράλι αύξησης της ακρίβειας, την στιγμή που οι μισθοί και το ημερομίσθιο των εργαζομένων βρίσκονται στην ουσία καθηλωμένα, σε επίπεδο του 2010.
Μειωμένα εισοδήματα, σε συνδυασμό με αύξηση κόστους ζωής δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα, οδηγώντας ακόμη και σε διάσπαση κοινωνικής συνοχής. Μειωμένοι τζίροι, αύξηση του κόστους λειτουργίας, τραπεζικές υποχρεώσεις και νέος πτωχευτικός νόμος , αποτελούν θηλιά στο λαιμό των μικρομεσαίων.
Η Δυτική Αθήνα ήταν πάντα κέντρο ανάπτυξης μικρών και μεσαίων οικογενειακών εμπορικών, βιοτεχνικών επιχειρήσεων και επιχειρήσεων εστίασης. ¨Έχει περί τις 35.000 ΜμΕ με 135.000 περίπου εργαζόμενους. 9.500 επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στον τομέα του εμπορίου, 5500 από αυτές στο λιανεμπόριο και συνολικά στον κλάδο του εμπορίου απασχολούνται 50.000 περίπου εργαζόμενοι. Στα χρόνια της κρίσης που ξεκίνησε το 2010, αυτές οι μικρές επιχειρήσεις, που χτίστηκαν πάνω στον ιδρώτα καθημερινών ανθρώπων κατέρρευσαν. Εκατοντάδες λουκέτα μπήκαν και πολλές θέσεις εργασίας χάθηκαν, ενώ αξιοπρεπείς άνθρωποι βρέθηκαν από την μία μέρα στην άλλη “στο δρόμο”.
Τα εργαλεία υπάρχουν, αρκεί όμως να υπάρχει η πολιτική βούληση. Έχει πολιτική βούληση η κυβέρνηση Μητσοτάκη; Μάλλον όχι! Όπως και στον τομέα της ενέργειας δεν τολμά να αγγίξει το καρτέλ του φυσικού αερίου και να πατάξει την αισχροκέρδεια, έτσι και στην επιχειρηματικότητα δεν στηρίζει τους μικρομεσαίους. Π.χ. δεν ενεργοποιείται η νομοθεσία για τις μικρο πιστώσεις και δεν δραστηριοποιείται η Αναπτυξιακή Τράπεζα, ώστε να στηρίξει, επιπλέον, τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις;
Η ανάγκη άμεσης πολιτικής αλλαγής είναι πλέον ορατή και αναγκαία.
Χαρά Καφαντάρη
Βουλευτής Δυτικής Αθήνας ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ
Αναπληρώτρια Τομεάρχης Πολιτικής Προστασίας
Με εκτίμηση
Το Γραφείο Τύπου
"ΕΧΕΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΒΟΥΛΗΣΗ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ ΝΑ ΣΤΗΡΙΞΕΙ ΤΟΥΣ ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΟΥΣ;"
Η χώρα μας, καθημαγμένη από τις μνημονιακές πολιτικές, βρίσκεται στην δίνη μιας πολλαπλής κρίσης. Η πανδημία και τα λοκνταουν που ακολούθησαν έδωσαν επιπλέον άλλο ένα χτύπημα στη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, ενώ η Κυβέρνηση αρνήθηκε από την αρχή να αναγνωρίσει το μέγεθος και το βάθος της κρίσης και η λογική με την οποία πορεύτηκε, του «βλέποντας και κάνοντας», στην οικονομία απεδείχθη ανεπαρκής. Τα μέτρα στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων έπρεπε να λαμβάνονται έγκαιρα και εμπροσθοβαρώς. Τα χρηματοδοτικά εργαλεία με τα οποία η Κυβέρνηση υποτίθεται ότι υποστήριξε την μικρομεσαία επιχειρηματικότητα ήταν κατά κύριο λόγο δάνεια, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ από την αρχή της πανδημίας υποστήριξε ότι η Κυβέρνηση θα έπρεπε να στηρίξει ειδικά τις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις με επιχορηγήσεις, τη στιγμή μάλιστα που η κατάσταση των δημοσίων οικονομικών το επέτρεπε (ταμειακά διαθέσιμα 37 δις, άρση δημοσιονομικών κανόνων, πρόσβαση σε φτηνό δανεισμό του κράτους κλπ.)
Η κρίση όμως της ακρίβειας, οι «εξωφρενικές» τιμές της ενέργειας, εδώ και ένα χρόνο περίπου, η ακρίβεια στις πρώτες ύλες σε όλους τους τομείς, αποτελούν ένα ακόμη χτύπημα στην επιχειρηματικότητα, ειδικά την μικρομεσαία. Σύμφωνα δε με Έρευνα ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ (Εξαμηνιαία αποτύπωση οικονομικού κλίματος στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις) που διενεργήθηκε το διάστημα 15/2/2022- 4/3/2022, για το β εξάμηνο του 2021, οι μεσοσταθμικές αυξήσεις των τιμών ήταν πολύ έντονες.
o το κόστος ενέργειας αυξήθηκε για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις κατά 89,8%,
o το κόστος προμήθειας πρώτων υλών και εμπορευμάτων αυξήθηκε κατά 48,2%,
o το κόστος καυσίμων οχημάτων αυξήθηκε κατά 70,3%,
o το κόστος προμήθειας εξοπλισμού και μηχανημάτων αυξήθηκε κατά 35%.
Η έρευνα, επίσης, αποτυπώνει την αδυναμία πρόσβασης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στον τραπεζικό δανεισμό. Η βασική πηγή χρηματοδότησης των επιχειρήσεων είναι από τα ίδια κεφάλαια κατά 86,4%, 6% από χρηματοδοτικά εργαλεία ( πχ ΕΣΠΑ) και μόνον 3,8% από τραπεζικό δανεισμό. Εμφανής δε, γίνεται η ανάγκη ανασχεδιασμού των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, ώστε σημαντικό μέρος των επιχορηγούμενων χρηματοδοτήσεων να κατευθυνθούν στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Η κρίση όμως οξύνεται ακόμη περισσότερο και με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Τόσο στον τομέα της ενέργειας, όσο και στις τιμές των ειδών διατροφής και πρώτης ανάγκης. Δημιουργούνται επί πλέον χρέη στις επιχειρήσεις, που προστίθενται στα ήδη υπάρχοντα και η κατάσταση είναι ιδιαίτερα δύσκολη.
Ο εμπορικός κόσμος, Επιμελητήρια, η ΓΣΕΒΕΕ κλπ κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τις επιχειρήσεις. Ζητούν επί πλέον μέτρα για το ενεργειακό κόστος, όπως μείωση του ΕΦΚ στα καύσιμα, μείωση του ΦΠΑ στα είδη βασικής διατροφής. Τα όποια μέτρα ανακούφισης δεν είναι αρκετά και απαιτούνται επιπρόσθετα. Ειδικά δε με πληθωρισμό 11,3% το Μάιο (ΕΛΣΤΑΤ) , που η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια στην ΕΕ στο ράλι αύξησης της ακρίβειας, την στιγμή που οι μισθοί και το ημερομίσθιο των εργαζομένων βρίσκονται στην ουσία καθηλωμένα, σε επίπεδο του 2010.
Μειωμένα εισοδήματα, σε συνδυασμό με αύξηση κόστους ζωής δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα, οδηγώντας ακόμη και σε διάσπαση κοινωνικής συνοχής. Μειωμένοι τζίροι, αύξηση του κόστους λειτουργίας, τραπεζικές υποχρεώσεις και νέος πτωχευτικός νόμος , αποτελούν θηλιά στο λαιμό των μικρομεσαίων.
Η Δυτική Αθήνα ήταν πάντα κέντρο ανάπτυξης μικρών και μεσαίων οικογενειακών εμπορικών, βιοτεχνικών επιχειρήσεων και επιχειρήσεων εστίασης. ¨Έχει περί τις 35.000 ΜμΕ με 135.000 περίπου εργαζόμενους. 9.500 επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στον τομέα του εμπορίου, 5500 από αυτές στο λιανεμπόριο και συνολικά στον κλάδο του εμπορίου απασχολούνται 50.000 περίπου εργαζόμενοι. Στα χρόνια της κρίσης που ξεκίνησε το 2010, αυτές οι μικρές επιχειρήσεις, που χτίστηκαν πάνω στον ιδρώτα καθημερινών ανθρώπων κατέρρευσαν. Εκατοντάδες λουκέτα μπήκαν και πολλές θέσεις εργασίας χάθηκαν, ενώ αξιοπρεπείς άνθρωποι βρέθηκαν από την μία μέρα στην άλλη “στο δρόμο”.
Τα εργαλεία υπάρχουν, αρκεί όμως να υπάρχει η πολιτική βούληση. Έχει πολιτική βούληση η κυβέρνηση Μητσοτάκη; Μάλλον όχι! Όπως και στον τομέα της ενέργειας δεν τολμά να αγγίξει το καρτέλ του φυσικού αερίου και να πατάξει την αισχροκέρδεια, έτσι και στην επιχειρηματικότητα δεν στηρίζει τους μικρομεσαίους. Π.χ. δεν ενεργοποιείται η νομοθεσία για τις μικρο πιστώσεις και δεν δραστηριοποιείται η Αναπτυξιακή Τράπεζα, ώστε να στηρίξει, επιπλέον, τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις;
Η ανάγκη άμεσης πολιτικής αλλαγής είναι πλέον ορατή και αναγκαία.
Χαρά Καφαντάρη
Βουλευτής Δυτικής Αθήνας ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ
Αναπληρώτρια Τομεάρχης Πολιτικής Προστασίας
Με εκτίμηση
Το Γραφείο Τύπου
_________________
- Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει τελειώσει
- Χαρά Καφαντάρη:Η κυβέρνηση με την πολιτική της ενισχύει τους φόβους των πολιτών
- Χ. ΚΑΦΑΝΤΑΡΗ: Πολιτική βούληση και λήψη αναγκαίων μέτρων για την αντιμετώπιση του δεύτερου κύματος της Πανδημίας
- Δεν ανακοινώθηκαν μέτρα για τους μικρομεσαίους
- Καφαντάρη: Η πολιτική Μητσοτάκη
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης